Η ΣΙΝΑΣΟΣ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

 Συνοπτικό ιστορικό

     Η Σινασός βρίσκεται σε μια πανέμορφη τοποθεσία στην καρδιά της Καππαδοκίας, στην κεντρική  Μικρά Ασία. Απέχει 350 περίπου χλμ. νοτιοανατολικά από την ΄Αγκυρα και 50 περίπου χλμ. νοτιοδυτικά  από την Καισάρεια. Το έδαφος της  Καππαδοκίας  προέρχεται από ηφαιστειακή λάβα του ανενεργού πλέον ηφαιστείου του όρους Αργαίον και ο σημερινός επισκέπτης, αντικρίζει γύρω του ένα ονειρικό τοπίο και σε κάθε βήμα του ανακαλύπτει ένα κομμάτι της ιστορίας, του ελληνικού πολιτισμού και της ορθοδοξίας. Η περιοχή είναι γεμάτη με κωνόλιθους διαφόρων σχημάτων που  λαξεύτηκαν στη διάρκεια των αιώνων από τον χρόνο, τις  καιρικές συνθήκες αλλά και τους ανθρώπους. Κατοικίες, σκήτες, μοναστικά κέντρα, εκκλησίες με σημαντικές αγιογραφίες, πολιτείες ολόκληρες σκαμμένες στο υπέδαφός της, σώζονται μέχρι και σήμερα.

Σχετικά με το ιστορικό παρελθόν της Σινασού υπάρχουν λιγοστά   τεκμηριωμένα στοιχεία. Η  παλαιότερη αναφορά για τη Σινασό, βρίσκεται σ’ ένα οθωμανικό κατάστιχο του 1476 με το όνομα  Sinasoun. Το όνομά της, κατά την επικρατέστερη άποψη, το πήρε από τη σημιτική λέξη  Σιν που σημαίνει ήλιος και το καταληκτικό Ασσός, που σημαίνει πόλις. Δηλαδή  Σινασός = Ηλιούπολη. Η Σινασός ήταν ένα από τα 4-5 ελληνόφωνα χωριά της Καππαδοκίας, οι Σινασίτες δε  είχαν έντονο το χριστιανικό ορθόδοξο συναίσθημα, αλλά και  ισχυρό εθνικό φρόνημα από την ελληνική καταγωγή τους. Από μεταγενέστερες πηγές γνωρίζουμε ότι από το 1769  την διοίκηση της κοινότητας  ασκούσαν  δύο  δημογεροντίες, Ελληνική και Τουρκική, των οποίων τα μέλη ήταν εκλεγμένα από την κοινότητα. Η ελληνική Δημογεροντία είχε πολλές αρμοδιότητες, μέχρι και την απονομή δικαιοσύνης, αφού μπορούσε να επιλύσει και προσωπικές διαφορές αλλά και ποινικά ζητήματα, όπως π.χ. δίκασε Οθωμανό βιαστή και τον έστειλε εξορία. Κράτος εν κράτει δηλαδή !

Η ευσέβεια, χαρακτηριστικό  των κατοίκων της Αγιοτόκου Καππαδοκίας, ήταν πολύ έντονη και στους  Σινασίτες.  Στην κωμόπολη υπήρχαν δύο ενοριακοί ναοί, των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης  στο «Μισιχώρ» (στην κεντρική πλατεία του χωριού), όπου τα τελευταία χρόνια ο Παναγιότατος Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος τελεί Θεία Λειτουργία, και των Αγίων Ταξιαρχών στη συνοικία Γενή Μαχαλά (δίπλα στο φαράγγι του Δέργου),  το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου  που ήταν ο πολιούχος  της  Σινασού, το οποίο ήταν διώροφο λαξευμένο σε τεράστιο κωνόλιθο, καθώς και περί τα 40 παρεκκλήσια, άλλα κτιστά και άλλα σκαλιστά, μέσα και γύρω από το χωριό, τα περισσότερα ιδιωτικά.

Η γεωγραφική θέση και οι κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν, ωθούσαν τους  Σινασίτες  από την ηλικία των 12 ετών περίπου, να ξενιτεύονται στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάζονταν σκληρά. Ασχολούνταν  κυρίως με το εμπόριο του μαύρου χαβιαριού, (στο οποίο είχαν και το μονοπώλιο με ειδική Συντεχνία και Καταστατικό), αλιπάστων, εδώδιμων αποικιακών, τροφοδοσία πλοίων, ναυτιλιακών χρωμάτων κ.λ.π. Ήταν πράγματι πολύ επιτυχημένοι επιχειρηματίες. Τα οικονομικά οφέλη τους τα διέθεταν, όχι μόνο για τις οικογένειες τους που ζούσαν στο χωριό, αλλά και για  έργα στη κοινότητα, υπέρ του κοινωνικού συνόλου των Σινασιτών, όπως  το κτίσιμο εκκλησιών, σχολείων, κοινοτικών έργων, δωρεάν ιατρικής και φαρμακευτικής περίθαλψης  και βεβαίως  για την ενίσχυση των απόρων και αναξιοπαθούντων συμπολιτών τους, Χριστιανών και Μουσουλμάνων Οθωμανών.

Οι Σινασίτες επηρεασμένοι από τις αντιλήψεις που επικρατούσαν στην κοσμοπολίτικη Κωνσταντινούπολη και  με την ευρύτητα πνεύματος που τους διέκρινε, είχαν αντιληφθεί από πολύ νωρίς τη σπουδαιότητα της Ελληνικής εκπαίδευσης για την οποία διέθεταν το μεγαλύτερο κονδύλι του κοινοτικού προϋπολογισμού. Στη Σινασό μιλούσαν άπταιστα την ελληνική γλώσσα  όπως ακριβώς στην Ελλάδα, ενώ μάθαιναν την τουρκική σαν δεύτερη γλώσσα. Το 1821 συστάθηκε, με  Συγγίλιο του Πατριάρχη  Γρηγορίου του Ε΄, το περίφημο Αρρεναγωγείο της Σινασού που  ήταν από τα λαμπρότερα εκπαιδευτήρια της Καππαδοκίας και αργότερα, το 1869 το Παρθεναγωγείο.  Σχολική Επιτροπή προσλάμβανε δασκάλους και δασκάλες κυρίως από την Ελλάδα. Η δε εκπαίδευση ήταν δωρεάν και υποχρεωτική για όλα τα Σινασιτόπουλα.

Όνειρο όλων των ξενιτεμένων ήταν να επιστρέψουν καταξιωμένοι στην πατρίδα τους όπου έκτιζαν  πολυδάπανα αρχοντικά υψηλής αισθητικής και αρχιτεκτονικής σπουδαιότητας, με εσωτερικές τοιχογραφίες, σκαλιστά διακοσμητικά φορούσια, μαιάνδρους κ.λ.π. Ένα τμήμα από τα σπίτια ήταν σκαλισμένο στο μαλακό βράχο και το υπόλοιπο, κυρίως  η πρόσοψη, ήταν κτιστό. Σήμερα η Σινασός έχει χαρακτηρισθεί  διατηρητέος οικισμός από την ΟΥΝΕΣΚΟ, αλλά τα περισσότερα αρχοντικά μετατρέπονται σε Πανσιόν για τουριστικούς λόγους.  Τα κτήρια που έχουν διασωθεί αλλά και αυτά που είναι ερειπωμένα, μαρτυρούν τον πολιτισμό των κατοίκων της.

Τα πανηγύρια, οι αρραβώνες, οι γάμοι, η  επιστροφή των ξενιτεμένων  και οι διάφορες ονομαστικές εορτές, αποτελούσαν για τους Σινασίτες αφορμές  για πολυάνθρωπες κοινωνικές συναθροίσεις και διασκεδάσεις, όπου όλοι σχεδόν χόρευαν και τραγουδούσαν.

Στα πανηγύρια  και στα  γλέντια του χωριού, οι γυναίκες τραγουδώντας  τα  ελληνικότατα  παραδοσιακά  τραγούδια, χόρευαν τους  κλειστούς  κυκλικούς  χορούς, (που πιθανόν να προέρχονταν από τους κύκλιους χορούς των αρχαίων Ελλήνων), με αργά  βήματα  και  απλές  κινήσεις,  με χάρη και σοβαρότητα.  Χόρευαν και τον πανελλήνιο Συρτό, μόνοι αυτοί  σ’ όλη την Καππαδοκία, με τη συμμετοχή φυσικά και ανδρών.  Επίσης, οι άνδρες χόρευαν τον  αντικρυστό  χορό των κουταλιών, τον γνωστό σ’ όλη την Καππαδοκία  Κόνιαλι,  και οι γυναίκες τον μοναδικό αντικρυστό  ΄Ισο,  χορό λιτό, απέριττο, τελετουργικό, όλο χάρη αλλά και σεμνότητα, που τον χόρευαν  έτσι, μόνο στη Σινασό.

Οι Σινασίτες είχαν επίσης και αρκετά παλαιά Ακριτικά τραγούδια, καθώς είναι γνωστό ότι η Καππαδοκία θεωρείται σαν η  κατ’ εξοχήν περιοχή του Διγενή Ακρίτα.

Οι δε γυναικείες παραδοσιακές φορεσιές της Σινασού, μεταξωτές, ασημοκέντητες  και  χρυσοκέντητες, αποτελούσαν εξαιρετικά δείγματα Μικρασιάτικης λαϊκής φορεσιάς.

Το  πνεύμα αλληλεγγύης που χαρακτήριζε τους  Σινασίτες,  τους οδήγησε  μετά την Ανταλλαγή  το 1925, στην ίδρυση  του Σωματείου   «Η ΝΕΑ ΣΙΝΑΣΟΣ», ένα από τα πρώτα και πλέον δραστήρια προσφυγικά σωματεία, με έδρα τον Πειραιά. Οι στόχοι του Σωματείου, σύμφωνα με το αρχικό Καταστατικό  αφορούσαν κυρίως στα θέματα εγκατάστασης των προσφύγων πλέον Σινασιτών στη νέα τους  πατρίδα, στην περισυλλογή και διαφύλαξη  της διασωθείσας  περιουσίας της κοινότητος της Σινασού  και  στη διατήρηση των ηθών και εθίμων της.

Οι στόχοι αυτοί, προσαρμοσμένοι  στη διαχρονική  πραγματικότητα, καθορίζουν  την  πορεία του Σωματείου  μέχρι και σήμερα.  Το 1986 έλαβε Βραβείο από την Ακαδημία Αθηνών, για την 60ετή δραστηριότητά του μέχρι τότε.

Στη βόρεια Εύβοια υπάρχει η κωμόπολη ΄΄Νέα Σινασός΄΄  που υπάγεται στην Ιστιαία κι όπου το Ελληνικό κράτος εγκατέστησε την κοινότητα των Σινασιτών, όταν ήρθαν στη μητέρα-πατρίδα.

Έτσι, η Σινασός της Καππαδοκίας, μια μικρή κωμόπολη στα βάθη της Ανατολής, με την ελληνική γλώσσα, τα σχολεία της, τις εκκλησιές της, τον πολιτισμό της και τα ελληνικότατα τραγούδια και χορούς της, κράτησε ψηλά τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία μέχρι την Ανταλλαγή του 1924.

Άξια λοιπόν ο μεγάλος Ελβετός ιστορικός  Ανρύ Γκρεκουάρ  την  χαρακτήρισε :

    « Εστία ελληνικής Αναγέννησης στην Καππαδοκία »

Kαι ο μακαριστός Μητροπολίτης Καισαρείας  Κλεόβουλος είπε γι’αυτήν :

   «΄Οασις εν ερήμω,  Αστήρ εν τω σκότει,  Αθήναι εν Μικρά Ασία »